Σάββατο 24 Μαρτίου 2018

ΨΑΛΜΟΣ 8- Η ΔΟΞΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Η ΜΕΓΑΛΟΣΥΝΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ


Εἰς τὸ τέλος, ὑπὲρ τῶν ληνῶν· ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.
Ψαλ. 8,2            Κύριε ὁ Κύριος ἡμῶν, ὡς θαυμαστὸν τὸ ὄνομά σου ἐν πάσῃ τῇ γῇ· ὅτι ἐπήρθη ἡ μεγαλοπρέπειά σου ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν.
Ψαλ. 8,2                   Κυριε ο κύριος όλων των ανθρώπων, ιδιαιτέρως δε ημών των πιστών, πόσον ξακουστόν και ολόλαμπρον προβάλλει το όνομά σου εις όλην την γην, εις όλα τα δημιουργήματά σου! Η μεγαλοπρέπειά σου ως δημιουργού είναι ασυγκρίτως λαμπροτέρα από την λαμπρότητα των ουρανίων κόσμων, τους οποίους συ εδημούργησες.
Ψαλ. 8,3            ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον ἕνεκα τῶν ἐχθρῶν σου τοῦ καταλῦσαι ἐχθρὸν καὶ ἐκδικητήν.
Ψαλ. 8,3                   Από τα στόματα και αυτών ακόμη των νηπίων και θηλαζόντων παιδίων ήκουσας και ακούεις τέλειον ύμνον πίστεως και δοξολογίας προς σέ, εις πείσμα των μεγάλων απίστων εχθρών σου και εις καταζευτελισμόν και εξουδένωσιν εκείνου, ο οποίος τολμά να παρουσιασθή εχθρός και αντίδικός σου.
Ψαλ. 8,4            ὅτι ὄψομαι τοὺς οὐρανούς, ἔργα τῶν δακτύλων σου, σελήνην καὶ ἀστέρας, ἃ σὺ ἐθεμελίωσας·
Ψαλ. 8,4                   Οταν ανυψώνω τα βλέμματά μου στους ουρανούς και βλέπω τα αναρίθμητα υπέροχα εκεί δημιουργήματά σου, τα οποία χωρίς κόπον σαν με τα δάκτυλα απλώς των χειρών σου έκαμες, την σελήνην δηλαδή και τους αστέρας, τα οποία συ εστερέωσες στο απέραντον χάος του ουρανού, διερωτώμαι και λέγω·
Ψαλ. 8,5            τί ἐστιν ἄνθρωπος, ὅτι μιμνῄσκῃ αὐτοῦ; ἢ υἱὸς ἀνθρώπου, ὅτι ἐπισκέπτῃ αὐτόν;
Ψαλ. 8,5                   τι είναι αυτός ο άνθρωπος, ο τόσον μικρός και αφανής εμπρός στο μεγαλοπρεπές σύμπαν σου, ώστε συ να καταδέχεσαι να τον ενθυμήσαι; Η τι είναι κάθε απόγονος του ανθρώπου, ώστε συ τόσον πατρικώς και ιδιαιτέρως να φροντίζης δι' αυτόν;
Ψαλ. 8,6            ἠλάττωσας αὐτὸν βραχύ τι παρ᾿ ἀγγέλους, δόξῃ καὶ τιμῇ ἐστεφάνωσας αὐτόν,
Ψαλ. 8,6                   Τον εδημιούργησες ολίγον κατώτερον από τους αγγέλους, με δόξαν όμως και τιμήν τον έχεις στεφανώσει,
Ψαλ. 8,7            καὶ κατέστησας αὐτὸν ἐπὶ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν σου· πάντα ὑπέταξας ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτοῦ,
Ψαλ. 8,7                   διότι τον εγκατέστησες και τον ανεκήρυξες βασιλέα εις όλα τα έργα των χειρών σου, εις όλα τα επίγεια δημιουργήματά σου.
Ψαλ. 8,8            πρόβατα καὶ βόας ἁπάσας, ἔτι δὲ καὶ τὰ κτήνη τοῦ πεδίου,
Ψαλ. 8,8                   Τα πάντα υπέταξες κάτω από την εξουσίαν του, όχι μόνον τα κατοικίδια ζώα, πρόβατα και όλα τα βόϊδια, αλλά και αυτά ακόμη τα άγρια θηρία της υπαίθρου·
Ψαλ. 8,9            τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοὺς ἰχθύας τῆς θαλάσσης, τὰ διαπορευόμενα τρίβους θαλασσῶν.
Ψαλ. 8,9                   τα ταχύτατα πτηνά, που διασχίζουν τους ουρανούς, τα αναρίθμητα ψάρια της θαλάσσης, τα μεγάλα κήτη, τα οποία τρέχουν δια των υδατίνων δρόμων των ωκεανών.
Ψαλ. 8,10          Κύριε ὁ Κύριος ἡμῶν, ὡς θαυμαστὸν τὸ ὄνομά σου ἐν πάσῃ τῇ γῇ!
Ψαλ. 8,10                 Κυριε ο Κυριος ημών, πόσον λαμπρόν και μεγαλειώδες προβάλλεται το πανένδοξον όνομά σου εις όλην την γην!

ΨΑΛΜΟΣ 7- ΚΥΡΙΕ, ΑΠΟΔΩΣΕ ΜΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ


Ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ, ὃν ᾖσε τῷ Κυρίῳ ὑπὲρ τῶν λόγων Χουσὶ υἱοῦ Ἰεμενεί.
Ψαλ. 7,2            Κύριε ὁ Θεός μου, ἐπὶ σοὶ ἤλπισα· σῶσόν με ἐκ πάντων τῶν διωκόντων με καὶ ῥῦσαί με,
Ψαλ. 7,2                   Κυριε, ο Θεός μου, εις σε εστήριξα όλας μου τας ελπίδας. Σώσε με από όλους τους εχθρούς μου, οι οποίοι με καταδιώκουν και γλύτωσέ με από αυτούς, και μάλιστα από τον αρχηγόν των τον Αβεσσαλώμ,
Ψαλ. 7,3            μήποτε ἁρπάσῃ ὡς λέων τὴν ψυχήν μου, μὴ ὄντος λυτρουμένου μηδὲ σῴζοντος.
Ψαλ. 7,3                    δια να μη αρπάση αυτός και ως λέων άγριος κατασπαράξη την ζωήν μου, αφού δεν θα υπάρχη στο πλευρόν μου κανείς, δια να με γλυτώση και να με σώση.
Ψαλ. 7,4            Κύριε ὁ Θεός μου, εἰ ἐποίησα τοῦτο, εἰ ἔστιν ἀδικία ἐν χερσί μου,
Ψαλ. 7,4                   Κυριε και Θεέ μου, εάν διέπραξα αυτό το κακόν, δια τα οποίον με καταδιώκουν, εάν αι χείρες μου έκαμαν κάκοιαν αδικίαν εναντίον των,
Ψαλ. 7,5            εἰ ἀνταπέδωκα τοῖς ἀνταποδιδοῦσί μοι κακά, ἀποπέσοιμι ἄρα ἀπὸ τῶν ἐχθρῶν μου κενός·
Ψαλ. 7,5                    εάν ανταπέδωκα ποτέ κάτι κακόν στους εχθρούς μου, οι οποίοι συνεχώς με καταδιώκουν και με αδικούν, ας χάσω κάθε ελπίδα σωτηρίας από τα χέρια των εχθρών μου, ας πέσω νικημένος από αυτούς, έρημος και γυμνωμένος από κάθε συμπαράστασιν.
Ψαλ. 7,6            καταδιώξαι ἄρα ὁ ἐχθρὸς τὴν ψυχήν μου καὶ καταλάβοι καὶ καταπατήσαι εἰς γῆν τὴν ζωήν μου καὶ τὴν δόξαν μου εἰς χοῦν κατασκηνώσαι. (διάψαλμα).
Ψαλ. 7,6                   Ας με καταδιώξη, μαζή με τους εχθρούς μου, ο αρχηγός των, ας με συλλάβη αιχμάλωτον, ας ποδοπατήση κάτω στο χώμα και ας εξευτελίση την ζωήν μου και ας σκεπάση με το χώμα του τάφου όλην την δόξαν μου.
Ψαλ. 7,7            ἀνάστηθι, Κύριε, ἐν ὀργῇ σου, ὑψώθητι ἐν τοῖς πέρασι τῶν ἐχθρῶν σου. ἐξεγέρθητι, Κύριε ὁ Θεός μου, ἐν προστάγματι, ᾧ ἐνετείλω,
Ψαλ. 7,7                    Αλλ' εγώ, Κυριε, δεν θέλω να εκδικηθώ ο ίδιος τους εχθρούς μου· δια τούτο σε παρακαλώ, σήκω, Κυριε, ωργισμένος εναντίον αυτών. Φανέρωσε το ύψος της ακατανίκητου δυνάμεώς σου έως εις τα πέρατα του στρατοπέδου των εχθρών σου, ώστε κανείς να μη διαφύγη την τιμωρίαν. Κυριε ο Θεός μου, σήκω εις προστασίαν μου, σύμφωνα άλλωστε και με τον Νομον, τον οποίον έχεις σχετικώς διατάξει, να τιμωρούνται δηλαδή οι κακοί, οι δε καλοί να προστατεύωνται και αμείβωνται.
Ψαλ. 7,8            καὶ συναγωγὴ λαῶν κυκλώσει σε, καὶ ὑπὲρ ταύτης εἰς ὕψος ἐπίστρεψον.
Ψαλ. 7,8                   Και όταν, Κυριε, αποκοκαταστήσης δικαιοσύνην, τότε πλήθη λαών με πίστιν θα σε περιβάλλουν, προς χάριν δε αυτής της συγκεντρώσεως των πιστών λαών, ανέβα στο μεγαλειώδες βήμα της δικαιοσύνης και αγαθότητάς σου.
Ψαλ. 7,9            Κύριος κρινεῖ λαούς. κρῖνόν με, Κύριε, κατὰ τὴν δικαιοσύνην μου καὶ κατὰ τὴν ἀκακίαν μου ἐπ᾿ ἐμοί.
Ψαλ. 7,9                   Ο Κυριος θα κρίνη αργά η γρήγορα όλους τους λαούς. Κρίνε και εμέ τώρα, Κυριε, ανάλογα με την δικαιοσύνην, που έως τώρα έχω δείξει· και σύμφωνα με την αθωότητά μου απέναντι των εχθρών μου δείξε εις εμέ την ιδικήν σου αγαθότητα.
Ψαλ. 7,10          συντελεσθήτω δὴ πονηρία ἁμαρτωλῶν καὶ κατευθυνεῖς δίκαιον, ἐτάζων καρδίας καὶ νεφροὺς ὁ Θεός.
Ψαλ. 7,10                  Θέσε, Κυριε, ένα τέρμα εις την κακίαν των αμαρτωλών ανθρώπων. Ετσι θα οδηγήσης, συ Κυριε, ανενόχλητον και απρόσκοπτον τον δίκαιον στον δρόμον της αρετής, διότι γνωρίζεις τα βάθη των ανθρωπίνων καρδιών, τας σκέψεις και τας επιθυμίας αυτών.
Ψαλ. 7,11          δικαία ἡ βοήθειά μου παρὰ τοῦ Θεοῦ τοῦ σῴζοντος τοὺς εὐθεῖς τῇ καρδίᾳ.
Ψαλ. 7,11                  Δικαία θα είναι η προς εμέ βοήθειά σου, Κυριε, διότι συ είσαι Θεός, ο οποίος σώζεις όλους όσοι έχουν ευθείαν και ειλικρινή την καρδίαν.
Ψαλ. 7,12          ὁ Θεὸς κριτὴς δίκαιος καὶ ἰσχυρὸς καὶ μακρόθυμος καὶ μὴ ὀργὴν ἐπάγων καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν.
Ψαλ. 7,12                  Ο Θεός είναι κριτής δίκαιος και ισχυρός και μακρόθυμος και δεν επιφέρει την οργήν του με καθημερινάς ποινάς και τιμωρίας εναντίον των αμαρτωλών ανθρώπων.
Ψαλ. 7,13          ἐὰν μὴ ἐπιστραφῆτε, τὴν ῥομφαίαν αὐτοῦ στιλβώσει, τὸ τόξον αὐτοῦ ἐνέτεινε καὶ ἡτοίμασεν αὐτό·
Ψαλ. 7,13                  Εάν όμως σεις οι αμαρτωλοί καταφρονήσετε την μακροθυμίαν του Θεού και δεν μετανοήσετε, ο Κυριος θα τροχίση την ρομφαίαν του, το τόξον του το έχει ήδη έτοιμον εναντίον σας.
Ψαλ. 7,14          καὶ ἐν αὐτῷ ἡτοίμασε σκεύη θανάτου, τὰ βέλη αὐτοῦ τοῖς καιομένοις ἐξειργάσατο.
Ψαλ. 7,14                  Και στο τόξον αυτό ο Κυριος ετοποθέτησε τα θανατηφόρα του βέλη, τα οποία ητοίμασε εναντίον των φλογιζομένων και εξαπτομένων από την κακότητα και τα πάθη αμετανοήτων αμαρτωλών.
Ψαλ. 7,15          ἰδοὺ ὠδίνησεν ἀδικίαν, συνέλαβε πόνον καὶ ἔτεκεν ἀνομίαν.
Ψαλ. 7,15                  Ιδού, αυτός ο εχθρός μου εκυριεύθη από ωδίνας δια το κατ' εμού κακόν, συνέλαβεν ετσι εις την ψυχήν του σχέδιον πόνου εναντίον μου, εγέννησε δε την παρανομίαν, η οποία θα εκσπάση εις βάρος του.
Ψαλ. 7,16          λάκκον ὤρυξε καὶ ἀνέσκαψεν αὐτόν, καὶ ἐμπεσεῖται εἰς βόθρον, ὃν εἰργάσατο·
Ψαλ. 7,16                  Ηνοιξε ωσάν παγίδα λάκκον, δια να με συλλάβη εις αυτόν, όπως συλλαμβάνουν τα άγρια θηρία, τον ανεσκάλευσεν, ώστε να μη φαίνεται. Ομως όχι εγώ, αλλά αυτός θα πέση μέσα στον βόθρον, τον οποίον με τόσην τέχνην κατεσκεύασε.
Ψαλ. 7,17          ἐπιστρέψει ὁ πόνος αὐτοῦ εἰς κεφαλὴν αὐτοῦ, καὶ ἐπὶ κορυφὴν αὐτοῦ ἡ ἀδικία αὐτοῦ καταβήσεται.
Ψαλ. 7,17                  Σαν πέτρα θα γυρίση από ψηλά και θα πέση εις την κεφαλήν του το κακόν αυτό, που με πονηρίαν και κόπον πολύν ητοίμασεν εναντίον μου. Εις την κορυφήν του θα κατεβή βαρεία και συντριπτική η αδικία του.
Ψαλ. 7,18          ἐξομολογήσομαι τῷ Κυρίῳ κατὰ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ καὶ ψαλῶ τῷ ὀνόματι Κυρίου τοῦ Ὑψίστου.
Ψαλ. 7,18                  Εγώ δέ, σωσμένος από την αγαθότητα και δύναμιν του Κυρίου, θα ανυμνολογώ τον Κυριον δια την δικαιοσύνην του αυτήν και θα ψάλλω ύμνους δοξολογίας στο όνομα Κυρίου του Υψιστου.

Δευτέρα 12 Μαρτίου 2018

ΨΑΛΜΟΣ 7- ΚΥΡΙΕ, ΑΠΟΔΩΣΕ ΜΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ


Ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ, ὃν ᾖσε τῷ Κυρίῳ ὑπὲρ τῶν λόγων Χουσὶ υἱοῦ Ἰεμενεί.
Ψαλ. 7,2            Κύριε ὁ Θεός μου, ἐπὶ σοὶ ἤλπισα· σῶσόν με ἐκ πάντων τῶν διωκόντων με καὶ ῥῦσαί με,
Ψαλ. 7,2                   Κυριε, ο Θεός μου, εις σε εστήριξα όλας μου τας ελπίδας. Σώσε με από όλους τους εχθρούς μου, οι οποίοι με καταδιώκουν και γλύτωσέ με από αυτούς, και μάλιστα από τον αρχηγόν των τον Αβεσσαλώμ,
Ψαλ. 7,3            μήποτε ἁρπάσῃ ὡς λέων τὴν ψυχήν μου, μὴ ὄντος λυτρουμένου μηδὲ σῴζοντος.
Ψαλ. 7,3                    δια να μη αρπάση αυτός και ως λέων άγριος κατασπαράξη την ζωήν μου, αφού δεν θα υπάρχη στο πλευρόν μου κανείς, δια να με γλυτώση και να με σώση.
Ψαλ. 7,4            Κύριε ὁ Θεός μου, εἰ ἐποίησα τοῦτο, εἰ ἔστιν ἀδικία ἐν χερσί μου,
Ψαλ. 7,4                   Κυριε και Θεέ μου, εάν διέπραξα αυτό το κακόν, δια τα οποίον με καταδιώκουν, εάν αι χείρες μου έκαμαν κάκοιαν αδικίαν εναντίον των,
Ψαλ. 7,5            εἰ ἀνταπέδωκα τοῖς ἀνταποδιδοῦσί μοι κακά, ἀποπέσοιμι ἄρα ἀπὸ τῶν ἐχθρῶν μου κενός·
Ψαλ. 7,5                    εάν ανταπέδωκα ποτέ κάτι κακόν στους εχθρούς μου, οι οποίοι συνεχώς με καταδιώκουν και με αδικούν, ας χάσω κάθε ελπίδα σωτηρίας από τα χέρια των εχθρών μου, ας πέσω νικημένος από αυτούς, έρημος και γυμνωμένος από κάθε συμπαράστασιν.
Ψαλ. 7,6            καταδιώξαι ἄρα ὁ ἐχθρὸς τὴν ψυχήν μου καὶ καταλάβοι καὶ καταπατήσαι εἰς γῆν τὴν ζωήν μου καὶ τὴν δόξαν μου εἰς χοῦν κατασκηνώσαι. (διάψαλμα).
Ψαλ. 7,6                   Ας με καταδιώξη, μαζή με τους εχθρούς μου, ο αρχηγός των, ας με συλλάβη αιχμάλωτον, ας ποδοπατήση κάτω στο χώμα και ας εξευτελίση την ζωήν μου και ας σκεπάση με το χώμα του τάφου όλην την δόξαν μου.
Ψαλ. 7,7            ἀνάστηθι, Κύριε, ἐν ὀργῇ σου, ὑψώθητι ἐν τοῖς πέρασι τῶν ἐχθρῶν σου. ἐξεγέρθητι, Κύριε ὁ Θεός μου, ἐν προστάγματι, ᾧ ἐνετείλω,
Ψαλ. 7,7                    Αλλ' εγώ, Κυριε, δεν θέλω να εκδικηθώ ο ίδιος τους εχθρούς μου· δια τούτο σε παρακαλώ, σήκω, Κυριε, ωργισμένος εναντίον αυτών. Φανέρωσε το ύψος της ακατανίκητου δυνάμεώς σου έως εις τα πέρατα του στρατοπέδου των εχθρών σου, ώστε κανείς να μη διαφύγη την τιμωρίαν. Κυριε ο Θεός μου, σήκω εις προστασίαν μου, σύμφωνα άλλωστε και με τον Νομον, τον οποίον έχεις σχετικώς διατάξει, να τιμωρούνται δηλαδή οι κακοί, οι δε καλοί να προστατεύωνται και αμείβωνται.
Ψαλ. 7,8            καὶ συναγωγὴ λαῶν κυκλώσει σε, καὶ ὑπὲρ ταύτης εἰς ὕψος ἐπίστρεψον.
Ψαλ. 7,8                   Και όταν, Κυριε, αποκοκαταστήσης δικαιοσύνην, τότε πλήθη λαών με πίστιν θα σε περιβάλλουν, προς χάριν δε αυτής της συγκεντρώσεως των πιστών λαών, ανέβα στο μεγαλειώδες βήμα της δικαιοσύνης και αγαθότητάς σου.
Ψαλ. 7,9            Κύριος κρινεῖ λαούς. κρῖνόν με, Κύριε, κατὰ τὴν δικαιοσύνην μου καὶ κατὰ τὴν ἀκακίαν μου ἐπ᾿ ἐμοί.
Ψαλ. 7,9                   Ο Κυριος θα κρίνη αργά η γρήγορα όλους τους λαούς. Κρίνε και εμέ τώρα, Κυριε, ανάλογα με την δικαιοσύνην, που έως τώρα έχω δείξει· και σύμφωνα με την αθωότητά μου απέναντι των εχθρών μου δείξε εις εμέ την ιδικήν σου αγαθότητα.
Ψαλ. 7,10          συντελεσθήτω δὴ πονηρία ἁμαρτωλῶν καὶ κατευθυνεῖς δίκαιον, ἐτάζων καρδίας καὶ νεφροὺς ὁ Θεός.
Ψαλ. 7,10                  Θέσε, Κυριε, ένα τέρμα εις την κακίαν των αμαρτωλών ανθρώπων. Ετσι θα οδηγήσης, συ Κυριε, ανενόχλητον και απρόσκοπτον τον δίκαιον στον δρόμον της αρετής, διότι γνωρίζεις τα βάθη των ανθρωπίνων καρδιών, τας σκέψεις και τας επιθυμίας αυτών.
Ψαλ. 7,11          δικαία ἡ βοήθειά μου παρὰ τοῦ Θεοῦ τοῦ σῴζοντος τοὺς εὐθεῖς τῇ καρδίᾳ.
Ψαλ. 7,11                  Δικαία θα είναι η προς εμέ βοήθειά σου, Κυριε, διότι συ είσαι Θεός, ο οποίος σώζεις όλους όσοι έχουν ευθείαν και ειλικρινή την καρδίαν.
Ψαλ. 7,12          ὁ Θεὸς κριτὴς δίκαιος καὶ ἰσχυρὸς καὶ μακρόθυμος καὶ μὴ ὀργὴν ἐπάγων καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν.
Ψαλ. 7,12                  Ο Θεός είναι κριτής δίκαιος και ισχυρός και μακρόθυμος και δεν επιφέρει την οργήν του με καθημερινάς ποινάς και τιμωρίας εναντίον των αμαρτωλών ανθρώπων.
Ψαλ. 7,13          ἐὰν μὴ ἐπιστραφῆτε, τὴν ῥομφαίαν αὐτοῦ στιλβώσει, τὸ τόξον αὐτοῦ ἐνέτεινε καὶ ἡτοίμασεν αὐτό·
Ψαλ. 7,13                  Εάν όμως σεις οι αμαρτωλοί καταφρονήσετε την μακροθυμίαν του Θεού και δεν μετανοήσετε, ο Κυριος θα τροχίση την ρομφαίαν του, το τόξον του το έχει ήδη έτοιμον εναντίον σας.
Ψαλ. 7,14          καὶ ἐν αὐτῷ ἡτοίμασε σκεύη θανάτου, τὰ βέλη αὐτοῦ τοῖς καιομένοις ἐξειργάσατο.
Ψαλ. 7,14                  Και στο τόξον αυτό ο Κυριος ετοποθέτησε τα θανατηφόρα του βέλη, τα οποία ητοίμασε εναντίον των φλογιζομένων και εξαπτομένων από την κακότητα και τα πάθη αμετανοήτων αμαρτωλών.
Ψαλ. 7,15          ἰδοὺ ὠδίνησεν ἀδικίαν, συνέλαβε πόνον καὶ ἔτεκεν ἀνομίαν.
Ψαλ. 7,15                  Ιδού, αυτός ο εχθρός μου εκυριεύθη από ωδίνας δια το κατ' εμού κακόν, συνέλαβεν ετσι εις την ψυχήν του σχέδιον πόνου εναντίον μου, εγέννησε δε την παρανομίαν, η οποία θα εκσπάση εις βάρος του.
Ψαλ. 7,16          λάκκον ὤρυξε καὶ ἀνέσκαψεν αὐτόν, καὶ ἐμπεσεῖται εἰς βόθρον, ὃν εἰργάσατο·
Ψαλ. 7,16                  Ηνοιξε ωσάν παγίδα λάκκον, δια να με συλλάβη εις αυτόν, όπως συλλαμβάνουν τα άγρια θηρία, τον ανεσκάλευσεν, ώστε να μη φαίνεται. Ομως όχι εγώ, αλλά αυτός θα πέση μέσα στον βόθρον, τον οποίον με τόσην τέχνην κατεσκεύασε.
Ψαλ. 7,17          ἐπιστρέψει ὁ πόνος αὐτοῦ εἰς κεφαλὴν αὐτοῦ, καὶ ἐπὶ κορυφὴν αὐτοῦ ἡ ἀδικία αὐτοῦ καταβήσεται.
Ψαλ. 7,17                  Σαν πέτρα θα γυρίση από ψηλά και θα πέση εις την κεφαλήν του το κακόν αυτό, που με πονηρίαν και κόπον πολύν ητοίμασεν εναντίον μου. Εις την κορυφήν του θα κατεβή βαρεία και συντριπτική η αδικία του.
Ψαλ. 7,18          ἐξομολογήσομαι τῷ Κυρίῳ κατὰ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ καὶ ψαλῶ τῷ ὀνόματι Κυρίου τοῦ Ὑψίστου.
Ψαλ. 7,18                  Εγώ δέ, σωσμένος από την αγαθότητα και δύναμιν του Κυρίου, θα ανυμνολογώ τον Κυριον δια την δικαιοσύνην του αυτήν και θα ψάλλω ύμνους δοξολογίας στο όνομα Κυρίου του Υψιστου.

ΨΑΛΜΟΣ 6- ΚΥΡΙΕ, ΜΗ ΜΕ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΕΙΣ


Εἰς τὸ τέλος, ἐν ὕμνοις, ὑπὲρ τῆς ὀγδόης· ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.
Ψαλ. 6,2            Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ σου ἐλέγξῃς με, μηδὲ τῇ ὀργῇ σου παιδεύσῃς με.
Ψαλ. 6,2                   Κυριε, επάνω στον δίκαιον θυμόν σου μη με τιμωρήσης δια τας αμαρτωλάς μου πράξεις, και μη θελήσης επάνω εις την δικαίαν σου οργήν να με παιδαγωγήσης με σκληρότητα.
Ψαλ. 6,3            ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἀσθενής εἰμι· ἴασαί με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου,
Ψαλ. 6,3                   Ελέησέ με, Κυριε, διότι είμαι σωματικώς και ψυχικώς ασθενής. Θεράπευσε, Κυριε, εμέ τον ασθενή, διότι και αυτά τα οστά μου έχουν ταραχθή εξ αιτίας των αμαρτιών μου.
Ψαλ. 6,4            καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα· καὶ σύ, Κύριε, ἕως πότε;
Ψαλ. 6,4                   Η δε ψυχή μου επλημμύρισεν από ταραχήν και ανεστατώθη εξ αιτίας της δικαίας σου οργής. Εως πότε όμως, Κυριε, θα στέκης μακράν από εμέ και ωργισμένος θα στρέφης αλλού το πρόσωπόν σου;
Ψαλ. 6,5            ἐπίστρεψον, Κύριε, ῥῦσαι τὴν ψυχήν μου, σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους σου.
Ψαλ. 6,5                   Στρέψε, Κυριε, το πρόσωπόν σου προς εμέ. Γλύτωσε το σώμα και την ψυχήν μου από τας συμφοράς. Σώσε με, όχι δια τας καλάς μου πράξεις, αλλά δια την άπειρον ευσπλαγχνίαν σου.
Ψαλ. 6,6            ὅτι οὐκ ἔστιν ἐν τῷ θανάτῳ ὁ μνημονεύων σου· ἐν δὲ τῷ ᾅδῃ τίς ἐξομολογήσεταί σοι;
Ψαλ. 6,6                   Διότι, εάν αποθάνη κανείς αμετανόητος και καταβή στον άδην, δεν είναι δυνατόν να σε ενθυμήται, Κυριε. Εις τον άδην ποιός αμετανόητος είναι δυνατόν να σε δοξολογήση; Εγώ όμως, Κυριε, μετανοών δια τας παραβάσεις μου κλαίω.
Ψαλ. 6,7            ἐκοπίασα ἐν τῷ στεναγμῷ μου, λούσω καθ᾿ ἑκάστην νύκτα τὴν κλίνην μου, ἐν δάκρυσί μου τὴν στρωμνήν μου βρέξω.
Ψαλ. 6,7                   Εκοπίασα, απέκαμα από τους στεναγμούς μου δια τας παρεκτρρπάς μου. Ελουσα και λούζω κάθε νύκτα το κρεββάτι μου και βρέχω με τα άφθονα δάκρυά μου το στρώμα μου.
Ψαλ. 6,8            ἐταράχθη ἀπὸ θυμοῦ ὁ ὀφθαλμός μου, ἐπαλαιώθην ἐν πᾶσι τοῖς ἐχθροῖς μου.
Ψαλ. 6,8                   Κλαίω συνεχώς εξ αιτίας της οργής σου και από τα δάκρυά μου επόνεσαν τα μάτια μου. Εγινα ασήμαντος, σαν το παληωμένο ένδυμα, και περιφρονημένος από τους εχθρούς μου.
Ψαλ. 6,9            ἀπόστητε ἀπ᾿ ἐμοῦ πάντες οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν, ὅτι εἰσήκουσε Κύριος τῆς φωνῆς τοῦ κλαυθμοῦ μου·
Ψαλ. 6,9                   Αλλά το έλεος του Κυρίου είναι άπειρον και δια τούτο εις αυτό ελπίζω και φωνάζω προς τους εχθρούς μου· φύγετε μακρυά από μένα κατεντροπιασμένοι, όσοι εργάζεσθε την ανομίαν. Δεν σας φοβούμαι, διότι είμαι βέβαιος ότι ο Κυριος εδέχθη με ευμένειαν την προσευχήν, που με δάκρυα και κλαυθμούς του απηύθυνα.
Ψαλ. 6,10          ἤκουσε Κύριος τῆς δεήσεώς μου, Κύριος τὴν προσευχήν μου προσεδέξατο.
Ψαλ. 6,10                 Ηκουσεν ο Κυριος την δέησίν μου. Ο Κυριος ευηρεστήθη να κάμη δεκτήν την προσευχήν μου.
Ψαλ. 6,11          αἰσχυνθείησαν καὶ ταραχθείησαν σφόδρα πάντες οἱ ἐχθροί μου, ἀποστραφείησαν καὶ καταισχυνθείησαν σφόδρα διὰ τάχους.
Ψαλ. 6,11                  Ας κατεντροπιασθούν και ας κυριευθούν από φόβον και τρόμον οι εχθροί μου. Ας γυρίσουν οπίσω και πανικόβλητοι ας τραπούν εις φυγήν, ας καταισχυνθούν γρήγορα.

ΨΑΛΜΟΣ 5- ΑΚΟΥΣΕ, ΚΥΡΙΕ, ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΜΟΥ


Εἰς τὸ τέλος, ὑπὲρ τῆς κληρονομούσης· ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.
Ψαλ. 5,2            Τὰ ῥήματά μου ἐνώτισαι, Κύριε, σύνες τῆς κραυγῆς μου·
Ψαλ. 5,2                   Ακουσε, Κυριε, τα λόγια της προσευχής μου, κατανόησε αυτά, που με αγωνιώδη κραυγήν σου απευθύνω.
Ψαλ. 5,3            πρόσχες τῇ φωνῇ τῆς δεήσεώς μου, ὁ βασιλεύς μου καὶ ὁ Θεός μου. ὅτι πρὸς σὲ προσεύξομαι, Κύριε·
Ψαλ. 5,3                    Δώσε προσοχήν στο περιεχόμενον της δεήσεώς μου, συ, που είσαι ο βασιλεύς μου και ο Θεός μου, διότι εγώ όχι εις τα άψυχα είδωλα ούτε εις κανένα άλλον, αλλά προς σε θα προσευχηθώ και τώρα, Κυριε.
Ψαλ. 5,4            τὸ πρωΐ εἰσακούσῃ τῆς φωνῆς μου, τὸ πρωΐ παραστήσομαί σοι καὶ ἐπόψει με,
Ψαλ. 5,4                   Πρωϊ, πριν ακόμη αρχίσω κανένα έργον, συ θα ακούσης το περιεχόμενον της προσευχής μου. Το πρωϊ θα παρουσιασθώ ενώπιόν σου και συ θα ρίψης ευμενές βλέμμα προς εμέ.
Ψαλ. 5,5            ὅτι οὐχὶ Θεὸς θέλων ἀνομίαν σὺ εἶ· οὐ παροικήσει σοι πονηρευόμενος,
Ψαλ. 5,5                    Συ είσαι Θεός, που ποτέ και κατά κανένα τρόπον δεν θέλεις την καταπάτησιν του νόμου Σου και την αδικίαν. Δια τούτο ούτε και προς στιγμήν δεν θα παραμείνη πλησίον σου ως προστατευόμενός σου ασεβής άνθρωπος, ο οποίος μηχανεύεται το κακόν.
Ψαλ. 5,6            οὐδὲ διαμενοῦσι παράνομοι κατέναντι τῶν ὀφθαλμῶν σου. ἐμίσησας πάντας τοὺς ἐργαζομένους τὴν ἀνομίαν·
Ψαλ. 5,6                   Ούτε είναι δυνατόν να σταθούν εμπρός εις τα μάτια σου με θάρρος η με θράσος αυτοί, οι οποίοι καταπατούν τον Νομον σου. Συ εμίσησες όλους εκείνους, οι οποίοι έχουν ως έργον των να πράττουν την ανομίαν και την αμαρτίαν.
Ψαλ. 5,7            ἀπολεῖς πάντας τοὺς λαλοῦντας τὸ ψεῦδος. ἄνδρα αἱμάτων καὶ δόλιον βδελύσσεται Κύριος.
Ψαλ. 5,7                    Εν τη δικαιοσύνη σου θα εξολοθρεύσης, Κυριε, όλους εκείνους, οι οποίοι λέγουν ψεύδη. Τον αιμοχαρή άνθρωπον, ο οποίος χύνει αίμα άλλων ανθρώπων, όπως επίσης και τον δόλιον, τους αποστρέφεται μετά βδελυγμίας ο Κυριος.
Ψαλ. 5,8            ἐγὼ δὲ ἐν τῷ πλήθει τοῦ ἐλέους σου εἰσελεύσομαι εἰς τὸν οἶκόν σου, προσκυνήσω πρὸς ναὸν ἅγιόν σου ἐν φόβῳ σου.
Ψαλ. 5,8                   Εγώ όμως στηριζόμενος και ελπίζων στο άπειρον έλεός σου θα εισέλθω στο κατοικητήριόν σου. Θα προσκυνήσω Σε με ευλάβειαν και ιερόν δέος στον άγιον ναόν σου.
Ψαλ. 5,9            Κύριε, ὁδήγησόν με ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου ἕνεκα τῶν ἐχθρῶν μου, κατεύθυνον ἐνώπιόν σου τὴν ὁδόν μου.
Ψαλ. 5,9                   Κυριε, βλέπεις πόσον πολλοί είναι αυτοί που με εχθρεύονται! Δια τούτο συ γίνε εν τη απείρω σου δικαιοσύνη οδηγός μου. Βοήθησέ με, ώστε με σταθερότητα και αποφασιστικότητα να βαδίζω την ευθείαν οδόν ενώπιόν σου.
Ψαλ. 5,10          ὅτι οὐκ ἔστιν ἐν τῷ στόματι αὐτῶν ἀλήθεια, ἡ καρδία αὐτῶν ματαία· τάφος ἀνεῳγμένος ὁ λάρυγξ αὐτῶν, ταῖς γλώσσαις αὐτῶν ἐδολιοῦσαν.
Ψαλ. 5,10                  Διότι στο στόμα των εχθρών μου δεν υπάρχει ποτέ η αλήθεια. Η καρδιά των σκέπτεται και επιθυμεί πάντοτε μάταια και επιβλαβή. Ο λάρυγξ των είναι τάφος ανοικτός, από τον οποίον εξέρχονται δυσωδίαι· με τας ψευδολόγους δε γλώσσας των εκχύνουν φαρμακεράς δολιότητας.
Ψαλ. 5,11          κρῖνον αὐτούς, ὁ Θεός. ἀποπεσάτωσαν ἀπὸ τῶν διαβουλιῶν αὐτῶν· κατὰ τὸ πλῆθος τῶν ἀσεβειῶν αὐτῶν ἔξωσον αὐτούς, ὅτι παρεπίκρανάν σε, Κύριε.
Ψαλ. 5,11                  Κρίνε και καταδίκασέ τους συ, ω Θεέ μου. Είθε να αστοχήσουν όλαι αι συκοφαντίαι των και όλα τα εναντίον μου διαβούλιά των. Συμφωνα με το πλήθος των ασεβειών των διασκόρπισέ τους και διώξε τους από κοντά σου, διότι εργαζόμενοι αυτοί το κακόν και πολεμούντες τους ιδικούς σου ανθρώπους σε έχουν πικράνει με το παραπάνω, Κυριε.
Ψαλ. 5,12          καὶ εὐφρανθείησαν πάντες οἱ ἐλπίζοντες ἐπὶ σέ· εἰς αἰῶνα ἀγαλλιάσονται, καὶ κατασκηνώσεις ἐν αὐτοῖς, καὶ καυχήσονται ἐν σοὶ πάντες οἱ ἀγαπῶντες τὸ ὄνομά σου.
Ψαλ. 5,12                  Θα ευφρανθούν δε τότε όλοι, όσοι στηρίζουν τας ελπίδας των εις σέ. Η χαρά των και η αγαλλίασις θα είναι αιωνία και αναφαίρετος. Συ δε θα κατοικήσης εν μέσω αυτών και όλοι εκείνοι, που αγαπούν το Ονομά σου, θα καυχώνται δια την προστασίαν, που τους παρέχεις.
Ψαλ. 5,13          ὅτι σὺ εὐλογήσεις δίκαιον· Κύριε, ὡς ὅπλῳ εὐδοκίας ἐστεφάνωσας ἡμᾶς.
Ψαλ. 5,13                  Διότι συ, Κυριε, εν τη απείρω σου αγαθότητι θα ευλογήσης τον δίκαιον. Κυριε, η άπειρος προς ημάς ευμένειά σου και προστασία είναι δι' ημάς ακατανίκητον όπλον και στέφανος δόξης.

ΨΑΛΜΟΣ 4- Ο ΘΕΟΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ


Εἰς τὸ τέλος, ἐν ψαλμοῖς· ᾠδὴ τῷ Δαυΐδ.
Ψαλ. 4,2            Ἐν τῷ ἐπικαλεῖσθαί με εἰσήκουσάς μου, ὁ Θεὸς τῆς δικαιοσύνης μου· ἐν θλίψει ἐπλάτυνάς με. οἰκτείρησόν με καὶ εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου.
Ψαλ. 4,2                   Κυριε ο Θεός, συ με προστατεύεις και αποδίδστο δίκαιόν μου. Οσες φορές προηγουμένως δια της προσευχής σε είχα επικαλεσθή με ήκουσες. Διέλυσες την ψυχικήν μου στενοχωρίαν και έδωσες άνεσιν εις την ψυχήν μου. Και τώρα σπλαγχνίσου μέ, Κυριε· άκουσε και κάμε δεκτήν την προσευχήν μου.
Ψαλ. 4,3            υἱοὶ ἀνθρώπων, ἕως πότε βαρυκάρδιοι; ἱνατί ἀγαπᾶτε ματαιότητα καὶ ζητεῖτε ψεῦδος; (διάψαλμα).
Ψαλ. 4,3                   Ω σεις οι άνθρωποι, που με εχθρεύεσθε, έως πότε θα έχετε σκληράν την καρδίαν σας; Διατί αγαπάτε να διαδίδετε εις βάρος μου ματαίας και ανυποστάτους κατηγορίας και επιζητείτε πάντοτε νέα ψεύδη εναντίον μου;
Ψαλ. 4,4            καὶ γνῶτε ὅτι ἐθαυμάστωσε Κύριος τὸν ὅσιον αὐτοῦ· Κύριος εἰσακούσεταί μου ἐν τῷ κεκραγέναι με πρὸς αὐτόν.
Ψαλ. 4,4                   Μαθετε όμως ότι ο Κυριος κατά θαυμαστόν τρόπον με επροστάτευσεν στο παρελθόν, εμέ τον αφωσιωμένον εις αυτόν. Και τώρα θα εισακούση ο Κυριος την προσευχήν μου, καθώς με όλην μου την ψυχήν κράζω προς αυτόν.
Ψαλ. 4,5            ὀργίζεσθε, καὶ μὴ ἁμαρτάνετε· ἃ λέγετε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν, ἐπὶ ταῖς κοίταις ὑμῶν κατανύγητε. (διάψαλμα).
Ψαλ. 4,5                   Σεις οι εχθροί μου, ας οργιζεσθε επί τέλους εναντίον μου· μη αμαρτάνετε όμως και εναντίον του Θεού. Οσα κακά σχέδια μελετάτε εις τας καρδίας σας και καταστρώνετε εναντίον μου, όταν κοιμάσθε μόνοι σας το εσπέρας, επανεξετάσατέ τα, συντριβήτε δι' αυτά και μετανοήσατε.
Ψαλ. 4,6            θύσατε θυσίαν δικαιοσύνης καὶ ἐλπίσατε ἐπὶ Κύριον.
Ψαλ. 4,6                   Προσφέρετε θυσίας προς τον Θεόν, αι οποίαι να συνοδεύωνται από τα έργα της δικαιοσύνης. Και τώρα στηρίξατε και σεις τας ελπίδας σας στον Θεόν.
Ψαλ. 4,7            πολλοὶ λέγουσι· τίς δείξει ἡμῖν τὰ ἀγαθά; Ἐσημειώθη ἐφ᾿ ἡμᾶς τὸ φῶς τοῦ προσώπου σου, Κύριε.
Ψαλ. 4,7                   Πολλοί από σας λέγουν· “ποιός θα δείξη εις ημάς και θα δώση τα αγαθά;” Εις ημάς όμως, Κυριε, που πιστεύομεν εις σέ, έλαμψε το φως του προσώπου σου και εδοκιμάσαμεν χαράν.
Ψαλ. 4,8            ἔδωκας εὐφροσύνην εἰς τὴν καρδίαν μου· ἀπὸ καρποῦ σίτου, οἴνου καὶ ἐλαίου αὐτῶν ἐπληθύνθησαν.
Ψαλ. 4,8                   Εγέμισες την ίδικήν μου καρδίαν από χαράν και αγαλλίασιν, την οποίαν δεν δοκιμάζουν ποτέ οι αμαρτωλοί αντίπαλοί μου, μολονότι είναι γεμάτοι από τους καρπούς της γης, από σίτον, οίνον και έλαιον.
Ψαλ. 4,9            ἐν εἰρήνῃ ἐπὶ τὸ αὐτὸ κοιμηθήσομαι καὶ ὑπνώσω, ὅτι σύ, Κύριε, κατὰ μόνας ἐπ᾿ ἐλπίδι κατῴκισάς με.
Ψαλ. 4,9                   Εγώ όμως με την ελπίδα μου στερεάν προς σε θα κοιμηθώ ήσυχος και ειρηνικός, θα χορτάσω τον ύπνον, διότι συ Κυριε, αν και εγώ είμαι τώρα εγκαταλελειμμένος και μόνος, μου παρέχεις την προστασίαν σου, υπό την σκέπην της οποίας κατοικώ γεμάτος ελπίδα προς σέ.

ΨΑΛΜΟΣ 3- ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΓΗ ΤΟΥ ΑΒΕΣΣΑΛΩΜ


Ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ, ὁπότε ἀπεδίδρασκεν ἀπὸ προσώπου Ἀβεσσαλὼμ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ
Ψαλ. 3,2            Κύριε, τί ἐπληθύνθησαν οἱ θλίβοντές με; πολλοὶ ἐπανίστανται ἐπ᾿ ἐμέ·
Ψαλ. 3,2                   Κυριε, εις πόσον αμέτρητον πλήθος έχουν αυξηθή οι εχθροί, που με καταθλίβουν! Πολλοί έχουν εξεγερθή και επαναστατήσει εναντίον μου.
Ψαλ. 3,3            πολλοὶ λέγουσι τῇ ψυχῇ μου· οὐκ ἔστι σωτηρία αὐτῷ ἐν τῷ Θεῷ αὐτοῦ. (διάψαλμα).
Ψαλ. 3,3                    Πολλοί είναι εκείνοι, που επιβουλεύονται την ζωήν μου και λέγουν· “Δεν υπάρχει πλέον δι' αυτόν καμμία σωτηρία εκ μέρους του Θεού του”.
Ψαλ. 3,4            σὺ δέ, Κύριε, ἀντιλήπτωρ μου εἶ, δόξα μου καὶ ὑψῶν τὴν κεφαλήν μου.
Ψαλ. 3,4                   Συ όμως, Κυριε, είσαι ο βοηθός και ο προστάτης μου. Συ είσαι η ζωή και η δόξα μου, που θα με δοξάσης πάλιν και θα σηκώσης υψηλά το κεφάλι μου, ενώ τώρα το κρατώ σκυμμένο από την εντροπήν.
Ψαλ. 3,5            φωνῇ μου πρὸς Κύριον ἐκέκραξα, καὶ ἐπήκουσέ μου ἐξ ὄρους ἁγίου αὐτοῦ. (διάψαλμα).
Ψαλ. 3,5                    Κατά το παρελθόν πολλές φορές, με φωνήν ισχυράν εφώναξα προς τον Κυριον και εζήτησα την βοήθειάν του, και εκείνος με ήκουσεν από το όρος Σιών, από το άγιον αυτού κατοικητήριον (διάψαλμα).
Ψαλ. 3,6            ἐγὼ ἐκοιμήθην καὶ ὕπνωσα· ἐξηγέρθην, ὅτι Κύριος ἀντιλήψεταί μου.
Ψαλ. 3,6                   Δια τούτο και τώρα, βέβαιος ότι ο Κυριος θα εισακούση την προσευχήν μου, εκοιμήθην, έπεσα εις ήρεμον και αναπαυτικόν ύπνον. Εσηκώθηκα από τον ύπνον ειρηνικός και αισιόδοξος, διότι ο Κυριος θα με βοηθήση ασφαλώς και θα με προστατεύση.
Ψαλ. 3,7            οὐ φοβηθήσομαι ἀπὸ μυριάδων λαοῦ τῶν κύκλῳ συνεπιτιθεμένων μοι.
Ψαλ. 3,7                    Δεν θα φοβηθώ από αναρίθμητα πλήθη εχθρικού λαού, που με έχουν περικυκλώσει από όλα τα σημεία και επιτίθενται όλοι μαζή εναντίον μου.
Ψαλ. 3,8            ἀνάστα, Κύριε, σῶσόν με, ὁ Θεός μου, ὅτι σὺ ἐπάταξας πάντας τοὺς ἐχθραίνοντάς μοι ματαίως, ὀδόντας ἁμαρτωλῶν συνέτριψας.
Ψαλ. 3,8                   Σηκω επάνω, Κυριε, σώσε με από τους εχθρούς μου, συ ο Θεός μου. Διότι είμαι βέβαιος πλέον ότι έχεις συντρίψει όλους αυτούς, που με εχθρεύονται χωρίς λόγον και αιτίαν. Θεωρώ ως τετελεσμένον γεγονός, ότι συνέτριψες τα δόντια των αμαρτωλών, που ωσάν άγρια θηρία έρχονται να με κατασπαράξουν
Ψαλ. 3,9            τοῦ Κυρίου ἡ σωτηρία, καὶ ἐπὶ τὸν λαόν σου ἡ εὐλογία σου.
Ψαλ. 3,9                   Από σε λοιπόν τον Κυριον περιμένω την σωτηρίαν μου, η δε ευλογία σου θα σταλή επάνω στον λαόν, που είναι ιδικός σου.

Σάββατο 10 Μαρτίου 2018

“Ραντιείς με υσσώπω και καθαρισθήσομαι πλυνείς με και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι...”

“Ο Ύσσωπος” 
Ιστορίες της ζωής

Του Νίκου Φλεμετάκη

«Θα με ραντίσεις Εσύ με το έλεος και την χάριν σου, με κλώνους Υσσώπου και θα καθαρισθώ, θα με πλύνεις και θα λευκανθώ γινόμενος λευκότερος και από την χιόνα».

Για το άρθρον μου αυτό, αφορμή στάθηκε μια απορία ενός πολύ καλού φίλου μετά την Θεία Λειτουργία μιας Κυριακής.

Είναι γνωστό ότι εις τον όρθρο της Κυριακής, μετά την τάξη του Ευαγγελίου του όρθρου, διαβάζεται (χύμα) ή ψάλλεται, ο Ν’ Ψαλμός ή 50ός ή Ψαλμός της μετανοίας ή Ελέησόν με ο Θεός: Ελέησόν με ο θεός, κατά το μέγα έλεός σου και κατά το πλήθος των οικτιρμών σου!

Ο συγκεκριμένος ψαλμός εμπεριέχεται σε είκοσι έξι (26) στίχους και είναι γραπτό μετανοίας του προφήτη Δαβίδ μετά από τη συνταρακτική πτώση του, σε αμαρτία φόνου και μοιχείας και γι αυτό ονομάζεται Ψαλμός της μετανοίας.

Στον ένατο (9ος) στίχο αναγράφονται τα παραπάνω λόγια του ψαλμού του Δαβίδ: ΡΑΝΤΙΕΙΣ ΜΕ ΥΣΣΩΠΩ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΙΣΘΗΣΟΜΑΙ. ΠΛΥΝΕΙΣ ΜΕ ΚΑΙ ΥΠΕΡ ΧΙΟΝΑ ΛΕΥΚΑΝΘΗΣΟΜΑΙ.

Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας λοιπόν, η απορία του φίλου ήταν:

Στον 50ό ψαλμό διάβασες: Ραντιείς με υσσώπω και καθαρισθήσομαι…κ.λ.π... κ.λ.π..

Άκουσα τη λέξη υσσώπω και θα ήθελα να μου εξηγήσεις τι σημαίνει.

Με χαρά κατάλαβα ότι οι πιστοί παρακολουθούν τα υπέροχα και μοναδικά σε νόημα λόγια που αναγιγνώσκονται ή ψάλλονται κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας.

Μετά τον εκκλησιασμό στη μικρή εκκλησούλα της Παναγίας στο γραφικό μικρό χωριό της Κιθαρίδας, με τις υπέροχες φυσικές ομορφιές, με τους φιλόξενους κατοίκους, με την πλουσιότατη ιστορία του και το μοναδικό, ερειπωμένο πλέον, μοναστήρι του Αγίου Φανουρίου, καθόμαστε στο καφενείο του κ. Νίκου και πίνοντας τον πρωινό καφέ μας αναφερόμαστε στα διάφορα θέματα που απασχολούν τους κατοίκους και στα διάφορα προβλήματα της καθημερινότητας.

Στην όμορφη λοιπόν αυτή και μπεγιεντισμένη παρέα μας, της συγκεκριμένης Κυριακής, θέλησα να αναπτύξω και να αναφερθώ και στην απορία του φίλου και στο νόημα του στίχου του 50ού ψαλμού.

Με την προτροπή του φίλου μας του Σταύρου αναφέρθηκα, με λίγα λόγια, στην απορία του, η οποία ίσως ήταν απορία και άλλων σχετική με τον 50ο Ψαλμό, απ’ ό,τι φάνηκε στη πορεία της συζήτησής μας...

Με ρώτησες τι σημαίνει στην πρόταση: Ραντιείς με υσσώπω κλπ η λέξη ύσσώπω.

Αποτινόμενος στην όλη παρέα είπα:

Όπως την ακούτε τη λέξη «υσσώπω» είναι πτώσης δοτικής της καθαρεύουσας και η ονομαστική είναι ο Ύσσωπος.

Ο ύσσωπος είναι ένα αρωματικό φυτό πολυετές που φτάνει στους 40-60 πόντους και έχει άνθη μπλε ή ρόζ . Στη χώρα μας δεν το βρίσκεις ως αυτοφυές αλλά καλλιεργείται για πειραματικούς σκοπούς σε χωράφια και σε γλάστρες. Πολλαπλασιάζεται με σπόρο, που σπέρνεται σε σπορείο και με παραφυάδες. Η μεταφύτευση γίνεται το φθινόπωρο ή την άνοιξη σε αποστάσεις 40-50 εκ. Ανθίζει από τον Ιούνιο μέχρι τον Σεπτέμβριο.

Το υπέργειο τμήμα συλλέγεται σε πλήρη άνθιση.

Είναι φυτό φαρμακευτικό και μελισσοτροφικό, λόγω της έντονη καθαρής και γλυκιάς μυρωδιάς του. Καλλιεργείται από τα παλιά χρόνια στην Αίγυπτο, στην Παλαιστίνη και στη Νότια Ευρώπη.

Ο Ιπποκράτης το χρησιμοποιούσε για την θεραπεία της πλευρίτιδας και ο Διοσκουρίδης για τη δύσπνοια, το άσθμα, τις παθήσεις του θώρακος, την βρογχίτιδα ή τα κρυολογήματα του στήθους κ.ά…

Στον ύσσωπο αποδίδονταν εξαγνιστικές ιδιότητες. Γι’ αυτό και τον χρησιμοποιούσαν σε τελετουργίες με σκοπό την κάθαρση. Οι Εβραίοι τoν θεωρούσαν ιερό φυτό.

Αυτά τα ολίγα για το φυτό Ύσσωπος.

Ανατρέχοντας τώρα σε διάφορες πηγές, που αναφέρονται, στον ύσσωπο ανακαλύπτουμε ότι:

Με τον ύσσωπο στην Παλαιά Διαθήκη, ο Θεός διέταξε τους Εβραίους όταν θα γινότανε η σφαγή των πρωτότοκων παιδιών των Αιγυπτίων (λόγω τιμωρίας τους) (Έξοδος 12:22,23), να σφάξουν από ένα πρόβατο και να βάψουν τις θύρες των οικιών των Εβραίων με το αίμα των προβάτων χρησιμοποιώντας κλαδιά υσσώπου, ώστε να μην συμβεί θανατικό στα σπίτια τους.

Αργότερα ο προφήτης Μωυσής διατάσσει, με τον Μωσαϊκό Νόμο, να ραντίζονται άνθρωποι και οικίες με ένα καθαρτικό ύδωρ με κλαδί του υσσώπου. Είναι περίπου όπως αυτό το κλαδί του βασιλικού που χρησιμοποιείται σήμερα στους Αγιασμούς από τους ιερείς της εκκλησίας μας.

Επίσης στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο (19:29 ) αναφέρεται ότι σε κλωνάρι από ύσσωπο οι Ρωμαίοι στρατιώτες στήριξαν το σφουγγάρι με το ξύδι, το οποίον έβαλαν στο στόμα του Ιησού κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου Του επάνω στο σταυρό.

Μεταφορικά τώρα ,μελετώντας τον στίχο αυτό θα καταλήγαμε ότι:

Στο στίχο αυτό δεν αιτείται μόνον, κατά το μέγα έλεος του Θεού, μια εξωτερική ανθρώπινη πράξη (ράντισμα), αλλά με ταπεινοφροσύνη και μετάνοια αιτείται, μέσα σε πνεύμα αναγνώρισης των διαπραχθέντων αμαρτημάτων, της ψυχικής συντριβής και της ενσυναίσθησης, ο οίκτος και το έλεος του Μεγάλου Θεού προς καθαρισμόν της ψυχής εκ των αμαρτημάτων.

Αυτός είναι και ο λόγος που αναφέρεται στον 50ό ψαλμό το ιερό φυτό ύσσωπος ως εξαγνιστικό μέσον των αμαρτιών του, (ΔΑΒΙΔ), ανθρώπου:

«Θα με ραντίσεις Εσύ με το έλεος και την χάριν σου, με κλώνους Υσσώπου και θα καθαρισθώ».

Συνώνυμο του ύσσωπου είναι η μαντζουράνα.

Ο ΨΑΛΜΟΣ 109 (110)

ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΑΛΤΑΟΥΡΑΣ, Ο ΨΑΛΜΟΣ 109 (110)


ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΣΤΟΝ ΨΑΛΜΟ ΤΟΥ ΔΑΥΪΔ 109 (κείμενο Εβδομήκοντα ή  110 στο Εβραϊκό κείμενο).
«Ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ. Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου· κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου. ράβδον δυνάμεως ἐξαποστελεῖ σοι Κύριος ἐκ Σιών, καὶ κατακυρίευε ἐν μέσῳ τῶν ἐχθρῶν σου.  μετὰ σοῦ ἡ ἀρχὴ ἐν ἡμέρᾳ τῆς δυνάμεώς σου ἐν ταῖς λαμπρότησι τῶν ἁγίων σου· ἐκ γαστρὸς πρὸ ἑωσφόρου ἐγέννησά σε.  ὤμοσε Κύριος καὶ οὐ μεταμεληθήσεται· σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ.  Κύριος ἐκ δεξιῶν σου συνέθλασεν ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς αὐτοῦ βασιλεῖς·  κρινεῖ ἐν τοῖς ἔθνεσι, πληρώσει πτώματα, συνθλάσει κεφαλὰς ἐπὶ γῆς πολλῶν.  ἐκ χειμάρρου ἐν ὁδῷ πίεται· διὰ τοῦτο ὑψώσει κεφαλήν»
(Εβδομήκοντα).
«Ψαλμός του Δαβίδ. Είπεν ο Κύριος προς τον Κύριόν μου, Κάθου εκ δεξιών μου, εωσού θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου. Εκ της Σιών θέλει εξαποστείλει ο Κύριος την ράβδον της δυνάμεώς σου· κατακυρίευε εν μέσω των εχθρών σου.  Ο λαός σου θέλει είσθαι πρόθυμος εν τη ημέρα της δυνάμεώς σου, εν τω μεγαλοπρεπεί αγιαστηρίω αυτού· οι νέοι σου θέλουσιν είσθαι εις σε ως δρόσος, η εξερχομένη εκ της μήτρας της αυγής.  Ώμοσεν ο Κύριος και δεν θέλει μεταμεληθή, συ είσαι ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ. Ο Κύριος ο εκ δεξιών σου θέλει συντρίψει βασιλείς εν τη ημέρα της οργής αυτού. Θέλει κρίνει εν τοις έθνεσι· θέλει γεμίσει την γην πτωμάτων· Θέλει συντρίψει κεφαλήν δεσπόζοντος επί πολλών τόπων. Θέλει πίει εκ του χειμάρρου εν τη οδώ αυτού· διά τούτο θέλει υψώσει κεφαλήν» (Μασοριτικό Εβραϊκό κείμενο).
ΑΝΑΛΥΣΗ :
«Συνηγμένων δὲ τῶν Φαρισαίων ἐπηρώτησεν αὐτοὺς ὁ ᾿Ιησοῦς  λέγων· τί ὑμῖν δοκεῖ περὶ τοῦ Χριστοῦ; τίνος υἱός ἐστι; λέγουσιν αὐτῷ· τοῦ Δαυῒδ.  λέγει αὐτοῖς· πῶς οὖν Δαυῒδ ἐν Πνεύματι Κύριον αὐτὸν καλεῖ λέγων,  εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου, κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου; εἰ οὖν Δαυῒδ καλεῖ αὐτὸν Κύριον, πῶς υἱὸς αὐτοῦ ἐστι; καὶ οὐδεὶς ἐδύνατο αὐτῷ ἀποκριθῆναι λόγον, οὐδὲ ἐτόλμησέ τις ἀπ᾿ ἐκείνης τῆς ἡμέρας ἐπερωτῆσαι αὐτὸν οὐκέτι» Ματθαίος 22: 41-46
Το χωρίο αυτό παρερμηνεύεται δεινώς υπό Ελληνολατρών αιρετικών. Παραθέτουν οι Ελληνολάτρες το χωρίο αυτό στην προσπάθειά τους να «αποδείξουν» ότι ο Ιησούς δεν είναι Υιός του Δαυῒδ, δηλαδή δεν είναι Εβραίος ! Ισχυρίζονται διαστρέφοντες το χωρίο ότι ο ίδιος ο Ιησούς αρνείται την καταγωγή του από τον Δαυῒδ …Επίσης λέγουν ότι ο Δαυῒδ δεν είναι ούτε υπαρκτό πρόσωπο ούτε θεόπνευστος !!!
Η Γραφή και μάλιστα η Καινή Διαθήκη τους διαψεύδει :
«Παύλος, δούλος Ιησού Χριστού, κλητός απόστολος, αφωρισμένος εις ευαγγέλιον Θεού.  ό προεπηγγείλατο διά των προφητών αυτού εν γραφαίς αγίαις  περί τού υιού αυτού, τού γενομένου εκ σπέρματος Δαυίδ κατά σάρκα,  τού ορισθέντος υιού Θεού εν δυνάμει κατά πνεύμα αγιωσύνης εξ αναστάσεως νεκρών, Ιησού Χριστού τού Κυρίου ημών» (Ρωμ. 1: 1-4).
Από τον Δαυῒδ κατάγεται ο Ιησούς ως άνθρωπος.
«Συνηγμένων δὲ τῶν Φαρισαίων ἐπηρώτησεν αὐτοὺς ὁ ᾿Ιησοῦς  λέγων· τί ὑμῖν δοκεῖ περὶ τοῦ Χριστοῦ; τίνος υἱός ἐστι; λέγουσιν αὐτῷ· τοῦ Δαυῒδ.  λέγει αὐτοῖς· πῶς οὖν Δαυῒδ ἐν Πνεύματι Κύριον αὐτὸν καλεῖ λέγων,  εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου, κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου; εἰ οὖν Δαυῒδ καλεῖ αὐτὸν Κύριον, πῶς υἱὸς αὐτοῦ ἐστι; καὶ οὐδεὶς ἐδύνατο αὐτῷ ἀποκριθῆναι λόγον, οὐδὲ ἐτόλμησέ τις ἀπ᾿ ἐκείνης τῆς ἡμέρας ἐπερωτῆσαι αὐτὸν οὐκέτι» Ματθαίος 22: 41-46
Ο ίδιος ο Ιησούς λέγει ότι ο Δαυῒδ γράφει «ἐν Πνεύματι» δηλαδή Θεοπνεύστως ! Και όμως ορισμένοι Ελληνολάτρες που παριστάνουν μάλιστα και τους τιμητές της Καινής Διαθήκης, λέγουν ότι ο Δαυῒδ είναι φανταστικό πρόσωπο !!!
« ῎Ανδρες ἀδελφοί, ἐξὸν εἰπεῖν μετὰ παρρησίας πρὸς ὑμᾶς περὶ τοῦ πατριάρχου Δαυῒδ ὅτι καὶ ἐτελεύτησε καὶ ἐτάφη καὶ τὸ μνῆμα αὐτοῦ ἐστιν ἐν ἡμῖν ἄχρι τῆς ἡμέρας ταύτης.  προφήτης οὖν ὑπάρχων, καὶ εἰδὼς ὅτι ὅρκῳ ὤμοσεν αὐτῷ ὁ Θεὸς ἐκ καρποῦ τῆς ὀσφύος αὐτοῦ τὸ κατὰ σάρκα ἀναστήσειν τὸν Χριστὸν καθίσαι ἐπὶ τοῦ θρόνου αὐτοῦ» Πράξεις 2: 29-30
Στο Λουκ. 1: 55, η Θεοτόκος συγκαταλέγει τον εαυτό της στους απογόνους του Αβραάμ του  γενάρχη των Εβραίων. «αντελάβετο Ισραήλ παιδός αυτού, μνησθήναι ελέους,  καθώς ελάλησε προς τους πατέρας ημών, τώ Αβραάμ και τώ σπέρματι αυτού εις τον αιώνα».
Οι ονομασίες Γαλιλαίος και Ναζωραίος δεν αναιρούν την Εβραϊκή καταγωγή του Ιησού Χριστού, όπως οι ονομασίες Μακεδών για τον Μέγα Αλέξανδρο και Μιλήσιος για τον Θαλή δεν αναιρούν την Ελληνική καταγωγή των εν λόγω προσώπων.
Ο Χριστός είναι Θεάνθρωπος. Ως Θεός δεν ανήκει σε κανένα έθνος. Ως άνθρωπος κατάγεται από την Εβραϊκή φυλή του Ιούδα και τον οίκο του  Δαυῒδ .
Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
            Ο Ιησούς δεν λέγει ότι δεν είναι υιός του Δαυῒδ όπως νομίζουν οι άσχετοι με την Αγία Γραφή. Αυτό που ο Ιησούς λέγει είναι ότι ο θεόπνευστος Δαυῒδ με όσα γράφει στον 109 Ψαλμό του (110 σύμφωνα με το Εβραϊκό κείμενο), αποδεικνύει ότι ο Μεσσίας θα είναι όχι απλώς άνθρωπος αλλά και Θεός – Κύριος του Βασιλέα Δαυῒδ !
Ο Δαυῒδ ως Βασιλιάς δεν είχε κανέναν άνθρωπο Κύριο. Αντίθετα ο Δαυῒδ ήταν κύριος των υπηκόων του και των απογόνων του. Μόνον έναν ΚΥΡΙΟ αναγνώριζε ο Δαυῒδ, τον Γιαχβέ Θεό. Ούτε τον Σολομώντα ή άλλο τέκνο του ονόμασε ποτέ ο Δαυῒδ «Κύριό του» πόσο μάλλον έναν μακρινό απόγονό του ! Ούτε ποτέ ο Δαυῒδ ονόμασε κάποιον Άγγελο «Κύριό του», μην ξεχνάμε ότι οι Άγγελοι είναι ΣΥΝΔΟΥΛΟΙ των πιστών ανθρώπων, όχι Κύριοι αυτών ! – «Κἀγὼ ᾿Ιωάννης ὁ ἀκούων καὶ βλέπων ταῦτα. καὶ ὅτε ἤκουσα καὶ ἔβλεψα, ἔπεσα προσκυνῆσαι ἔμπροσθεν τῶν ποδῶν τοῦ ἀγγέλου τοῦ δεικνύοντός μοι ταῦτα.  καὶ λέγει μοι· ὅρα μή· σύνδουλός σού εἰμι καὶ τῶν ἀδελφῶν σου τῶν προφητῶν καὶ τῶν τηρούντων τοὺς λόγους τοῦ βιβλίου τούτου» Αποκάλυψη 22:8-9
Ο Ιησούς θέλει να δείξει στους Ιουδαίους ότι ο απόγονος του Δαυῒδ – ο Μεσσίας δηλαδή- δεν είναι απλώς άνθρωπος Βασιλιάς όπως νόμιζαν και νομίζουν μέχρι σήμερα  οι σωβινιστές Εβραίοι αλλά κάτι παραπάνω, ο Μεσσίας είναι ο Θεός – ο Γιαχβέ- Κύριος του Δαυῒδ !   Έτσι ο Ιησούς διορθώνει την εσφαλμένη άποψη των Ιουδαίων για τον Μεσσία. Αφού εσείς οι Ιουδαίοι πιστεύετε ότι ο Μεσσίας είναι απλώς άνθρωπος απόγονος του Δαυῒδ γιατί ο ίδιος ο Δαυῒδ με την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος τον ονομάζει Κυριό του ;;; Κανένας άνθρωπος και μάλιστα Βασιλιάς δεν ονομάζει έναν άλλο άνθρωπο που δεν υπάρχει ακόμη- έστω και μελλοντικό απόγονό του- Κύριο !!! Ο Ιησούς υπήρχε ως Θεός την εποχή του Δαυῒδ και ήταν Κύριος αυτού.
Επειδή ακριβώς ο Μεσσίας είναι ο σαρκωμένος Θεός Γιαχβέ για τον λόγο αυτό όχι μόνο ο Δαυῒδ αλλά και η Ελισάβετ τον ονομάζει Κυριό της – «καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος ῾Αγίου ἡ ᾿Ελισάβετ  καὶ ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ καὶ εἶπεν· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου.  καὶ πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με;» Λουκάς 1:41-43.
Τα έμβρυα δεν έχουν κυριότητα ούτε επί του εαυτού των. Όταν γεννηθούν υπακούουν στους γονείς τους. Και όμως η Ελισάβετ θεοπνεύστως ονομάζει το έμβρυο Ιησού Κυριό της ! Αν το έμβρυο που ήταν μέσα στην κοιλία της Μαριάμ δεν ήταν ο σαρκωμένος Γιαχβέ, με ποία έννοια το έμβρυο ήταν ο Κύριος της Ελισάβετ ;;;
Να τα βλέπουν αυτά εκείνοι που αρνούνται την σάρκωση του Θεού και τον όρο Θεομήτωρ. Η Μαριάμ είναι «ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου» = η Μητέρα του Θεού !
ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΣΤΟΝ ΘΕΟ
«Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου» - Είπεν ο Γιαχβέ () προς τον Adoni () = Κύριό μου !
Ο Δαυῒδ ξεκινά τον σπουδαίο Ψαλμό του με την φράση «Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου» !  Και κατόπιν αναφέρει τα λόγια που ένα θείο πρόσωπο απευθύνει σε άλλο θείο πρόσωπο !
Το πρώτο θείο πρόσωπο που ομιλεί και απευθύνει χρηματισμούς –αποκαλύψεις στο δεύτερο  πρόσωπο και ονομάζεται Γιαχβέ είναι ο Πατήρ.
« Τίνι γὰρ εἶπέ ποτε τῶν ἀγγέλων· υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε; καὶ πάλιν· ἐγὼ ἔσομαι αὐτῷ εἰς πατέρα, καὶ αὐτὸς ἔσται μοι εἰς υἱόν; ὅταν δὲ πάλιν εἰσαγάγῃ τὸν πρωτότοκον εἰς τὴν οἰκουμένην, λέγει· καὶ προσκυνησάτωσαν αὐτῷ πάντες ἄγγελοι Θεοῦ.  καὶ πρὸς μὲν τοὺς ἀγγέλους λέγει· ὁ ποιῶν τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα, καὶ τοὺς λειτουργοὺς αὐτοῦ πυρὸς φλόγα·  πρὸς δὲ τὸν υἱόν· ὁ θρόνος σου, ὁ Θεός, εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος· ράβδος εὐθύτητος ἡ ράβδος τῆς βασιλείας σου.  ἠγάπησας δικαιοσύνην καὶ ἐμίμησας ἀνομίαν· διὰ τοῦτο ἔχρισέ σε, ὁ Θεός, ὁ Θεός σου ἔλαιον ἀγαλλιάσεως παρὰ τοὺς μετόχους σου·  καί· σὺ κατ' ἀρχάς, Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί·  αὐτοὶ ἀπολοῦνται, σὺ δὲ διαμένεις· καὶ πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται,  καὶ ὡσεὶ περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτούς, καὶ ἀλλαγήσονται· σὺ δὲ ὁ αὐτὸς εἶ, καὶ τὰ ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι.  πρὸς τίνα δὲ τῶν ἀγγέλων εἴρηκέ ποτε· κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου;  οὐχὶ πάντες εἰσὶ λειτουργικὰ πνεύματα εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν;» Εβραίους 1: 5-14 .
Ο Πατήρ απευθύνεται όχι σε Άγγελο αλλά στον Υιό του που ως Θεός είναι Κύριος του Δαυῒδ και ως άνθρωπος λαμβάνει χρηματισμούς από τον Θεό Πατέρα !
Όλα τα λόγια που ακολουθούν την φράση του Ψαλμωδού «Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου» είναι λόγια που ο Πατήρ απευθύνει στον Υιό του και Μεσσία. Δεν λέγει πουθενά το Ιερό κείμενο ότι παρεμβάλλεται άλλο πρόσωπο ή ο ίδιος ο Ψαλμωδός και ομιλεί. Δεν είναι δυνατόν άλλωστε ο Μεσσίας να λαμβάνει αποκαλύψεις από άνθρωπο αλλά μόνο από τον Θεό Πατέρα. Επίσης η φράση του κειμένου των Εβδομήκοντα «ἐκ γαστρὸς πρὸ ἑωσφόρου ἐγέννησά σε», όπου το «ἐγέννησα» είναι πρώτο ενικό πρόσωπο, αποδεικνύει ότι συνεχίζει και ομιλεί ο Πατήρ προς τον Υιόν και δεν έχει παρέμβει άλλος ομιλητής.
Ακόμη όμως και αν παραβλέψουμε την φράση των Εβδομήκοντα «ἐγέννησά σε», τίποτα δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι άλλος ομιλητής λαμβάνει τον λόγο. Από τα παρακάτω θα γίνει περισσότερο κατανοητό αυτό.
ΤΡΙΤΟΣ ΚΥΡΙΟΣ !
Ένας Κύριος (ο Πατήρ) θέτει εκ δεξιών του δεύτερο Κύριο (τον Υιόν) και του απευθύνει χρηματισμούς – αποκαλύψεις. Απευθυνόμενος ο πρώτος Κύριος στον δεύτερο Κύριο αναφέρει τρίτο Κύριο για τον οποίο ομιλεί σε τρίτο πρόσωπο και ονομάζει αυτόν Γιαχβέ και Adonai  και   μάλιστα παριστά αυτόν εκ δεξιών του δευτέρου Κυρίου !!!
Ο πρώτος Κύριος εφόσον θέτει τον δεύτερο Κύριο εκ δεξιών αυτού άρα ο ίδιος είναι εξ αριστερών ! Όμως όπως προανέφερα ο πρώτος Κύριος  αναφέρει τρίτο Κύριο και  παριστά αυτόν εκ δεξιών του δευτέρου Κυρίου !
Ο Τρίτος Κύριος (Γιαχβέ / Adonai  ) είναι το Άγιον Πνεύμα.
«Ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ. Εἶπεν ὁ Κύριος (Γιαχβέ ) τῷ Κυρίῳ μου  (Adoni )· κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου. ράβδον δυνάμεωςἐξαποστελεῖ σοι Κύριος (Γιαχβέ) ἐκ Σιών, καὶ κατακυρίευε ἐν μέσῳ τῶν ἐχθρῶν σου.  μετὰ σοῦ ἡ ἀρχὴ ἐν ἡμέρᾳ τῆς δυνάμεώς σου ἐν ταῖς λαμπρότησι τῶν ἁγίων σου· ἐκ γαστρὸςπρὸ ἑωσφόρου ἐγέννησά σε.  ὤμοσε Κύριος (Γιαχβέ)  καὶ οὐ μεταμεληθήσεται· σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ.  Κύριος (Adonai ) ἐκ δεξιῶν σου συνέθλασεν ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς αὐτοῦ βασιλεῖς·  κρινεῖ ἐν τοῖς ἔθνεσι, πληρώσει πτώματα,συνθλάσει κεφαλὰς ἐπὶ γῆς πολλῶν.  ἐκ χειμάρρου ἐν ὁδῷ πίεται· διὰ τοῦτοὑψώσει κεφαλήν».
Να μάθουν οι αρνητές του Δόγματος της Αγίας Τριάδος να μετρούν μέχρι το τρία τουλάχιστον…
« Εἶπεν ὁ Κύριος (1) τῷ Κυρίῳ(2) μου· κάθου ἐκ δεξιῶν μου……….. Κύριος (3) ἐκ δεξιῶν σου συνέθλασεν ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς αὐτοῦ βασιλεῖς»
ΠΑΤΗΡ – ΥΙΟΣ – ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ
ΚΥΡΙΟΣ –ΚΥΡΙΟΣ -ΚΥΡΙΟΣ
Αν την φράση «Κύριος ἐκ δεξιῶν σου συνέθλασεν ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς αὐτοῦ βασιλεῖς» την έλεγε ο Ψαλμωδός  προς τον Υιό αναφερόμενος στον πρώτο Κύριο (τον Πατέρα), όπως νομίζουν οι αιρετικοί, θα έγραφε  «Κύριος ἐξ ΑΡΙΣΤΕΡΩΝ σου συνέθλασεν ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς αὐτοῦ βασιλεῖς» !!! Διότι ο Πατήρ θέτοντας τον Υιό εκ δεξιών του ο ίδιος βρίσκεται εξ αριστερών του Υιού και όχι εκ δεξιών ! Εκ δεξιών του Υιού βρίσκεται άλλος Κύριος – το Πνεύμα το Άγιον – «ὁ δὲ Κύριος τὸ Πνεῦμά ἐστιν» Β Κορινθίους 3: 17.
Συμπερασματικώς θα θέλαμε να προσθέσουμε και το εξής : Το γεγονός ότι ο δεύτερος Κύριος (Adon /ο Υιός – Μεσσίας) παρίσταται ανάμεσα από δύο θεία πρόσωπα τα οποία στον παρόντα Ψαλμό ονομάζονται τον μεν πρώτο Γιαχβέ το δε άλλο Γιαχβέ και Adonai (Σημ: Το Adonai χρησιμοποιείται στην Γραφή μόνο για Θείο πρόσωπο)  , μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι και ο δεύτερος Κύριος είναι θείο πρόσωπο και παρίσταται ισοτίμως με τα άλλα δύο και μάλιστα εν τω μέσω αυτών !
Η Θεότης του Μεσσίου δηλαδή αποδεικνύεται με δύο τρόπους στον Ψαλμό 109(110)  : 1) Ο Μεσσίας ως Θεός είναι Κύριος του Δαυΐδ και 2) Ο Μεσσίας παρίσταται ισοτίμως  μαζί με  άλλα δύο θεία πρόσωπα και μάλιστα εν τω μέσω αυτών ! Δεν είναι δυνατόν θεία πρόσωπα να πλαισιώνουν κτιστό πρόσωπο !
ΣΑΛΤΑΟΥΡΑΣ    ΧΡΗΣΤΟΣ